Αρχιτεκτονική

ΔΕΘ – Προκλήσεις και καινοτομία | “αρχιτέκτονες”

γράφει ο Αναστάσιος Τέλλιος

Ο χώρος στον οποίο αναπτύσσεται σήμερα η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, στο κέντρο της πόλης, έχει αποτελέσει αντικείμενο σκέψεων, μελετών, προτάσεων και προβληματισμών για αρκετές δεκαετίες. Τo σημαντικό αυτό σώμα σκέψης αφορούσε για το μεγαλύτερο διάστημα σενάρια προσθήκης ή αντικατάστασης κτηριακού υλικού στο χώρο της ΔΕΘ, και μόνο τις τελευταίες δύο δεκαετίες υπερισχύουν εκδοχές απόσυρσης, μερικής ή ολικής, του κτισμένου αποθέματος στο χώρο και απόδοσης, τμηματικής ή πλήρους αντίστοιχα, του χώρου στην πόλη και σε δημόσια χρήση.

Ένα πρώτο βασικό σημείο στο οποίο συναντιούνται όλα τα παραπάνω σενάρια έχει να κάνει με ένα ρόλο στρατηγικής καινοτομίας που διαδραματίζει ο χώρος της ΔΕΘ στη ζωή της πόλης. Ο ρόλος αυτός παλιότερα ήταν περισσότερο οικονομικής και πολιτικής φύσης και υλοποιούσε κεντρικές διοικητικές επιλογές, συχνά με φόντο μια αναπτυξιακή προοπτική, με τις παραμέτρους που αυτή οριζόταν τότε. Σήμερα όμως, με τη σύγχρονη πόλη να μοιράζεται ελάχιστα κοινά χαρακτηριστικά και ανάγκες σε σχέση με την πόλη περασμένων δεκαετιών, ο χαρακτήρας της καινοτομίας γίνεται περισσότερο κατανοητός μέσα από την πρόκληση του επαναπροσδιορισμού του ανοιχτού, δημόσιου χώρου της πόλης, την ανακάλυψη ή αποκάλυψη μιας καινούριας μητροπολιτικής κεντρικότητας, ικανής, ίσως και αναγκαίας, να διαμορφώσει έναν νέο αστικό χαρακτήρα για τη Θεσσαλονίκη και τους κατοίκους της.

Αεροφωτογραφία του χώρου της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης (1966)
Αεροφωτογραφία του χώρου της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης (1966)

Ένα δεύτερο σημείο σχετίζεται με τη θέση του χώρου της ΔΕΘ, κυριολεκτικά «κομβικά» στην πόλη, στη φυσική τομή των κυκλοφοριακών και πολιτισμικών δικτύων. Αυτονόητα ζητήματα στο σύνολο των προτάσεων που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί είναι οι οριζόντιες και κάθετες λειτουργικές αποκαταστάσεις των δικτύων από το κέντρο από και προς την ανατολική πόλη, αλλά και από το παραλιακό μέτωπο προς την έκταση του ΑΠΘ και αντίστροφα. Εξίσου αυτονόητος είναι πλέον ο δημόσιος χαρακτήρας των νέων υποδομών και των χρήσεων εξυπηρέτησης της περιοχής που προτείνονται για το μέλλον, αν και υπάρχει ποικιλία ως προς το ακριβές είδος των χρήσεων αυτών, και όχι απαραίτητα προς την ίδια κατεύθυνση.

Στο πλαίσιο που περιγράφηκε παραπάνω, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν προτάσεις που επιχειρούν να καταγράψουν, σε μια διαδικασία από κάτω προς τα πάνω (bottom-up), τις δυναμικές της πόλης και της ευρύτερης αστικής περιοχής και να περιγράψουν κατευθυντήριες γραμμές για μελλοντικές παρεμβάσεις που αφορούν την πόλη μέσα αλλά και πέρα από τα όρια της περιοχής της ΔΕΘ, αλλά και ευρύτερα σενάρια αστικής δράσης. Τέτοιες προτάσεις συχνά εξετάζουν λύσεις, σχεδιαστικές και προγραμματικές, οι οποίες θέτουν υπό αμφισβήτηση δύσχρηστα και συχνά αντικρουόμενα, σε κάθε περίπτωση περιοριστικά, πλαίσια, τα οποία έχουν συνήθως κανονιστικό, νομοθετικό αλλά και πολεοδομικό και χωροταξικό χαρακτήρα. Οι περισσότερες εκπονούνται σε μεγάλο βαθμό σε ακαδημαϊκό περιβάλλον και είναι είτε αποτέλεσμα διεξοδικών ερευνητικών προγραμμάτων είτε προτάσεις στα πλαίσια εκπόνησης διπλωματικών εργασιών, είτε ακόμη και εργασίες φοιτητικών συνθετικών εργαστηρίων αρχιτεκτονικού και αστικού σχεδιασμού.

Κεντρικό στοιχείο μέρους των προτάσεων που διατυπώνονται αποτελεί η διαδικασία μετεγκατάστασης, μερικής η ολικής, της εκθεσιακής δραστηριότητας από τον κεντρικό χώρο της ΔΕΘ σε εναλλακτικές τοποθεσίες στα ανατολικά ή στα δυτικά του πολεοδομικού συγκροτήματος. Συγκεκριμένα, σε ερευνητικό πρόγραμμα του ΑΠΘ,1 η μετεγκατάσταση της εκθεσιακής και συνεδριακής λειτουργίας σε χώρο στην ανατολική περιφέρεια της πόλης απελευθερώνει τον υφιστάμενο χώρο της ΔΕΘ, αποδίδοντάς τον στις ανάγκες της πόλης και σε δημόσια χρήση. Το ίδιο πρόγραμμα προτείνει επίσης την επιλεκτική διατήρηση του αξιόλογου κτηριακού αποθέματος της ΔΕΘ, την εγκατάσταση νέων χρήσεων κοινωφελούς ενδιαφέροντος, αλλά και τη δημιουργία εκτεταμένων ζωνών πρασίνου στον υφιστάμενο χώρο της ΔΕΘ στο κέντρο της πόλης (εικόνα 1). Σε άλλο ερευνητικό πρόγραμμα, αποτέλεσμα συνεργασίας του ΑΠΘ με το Δήμο Θεσσαλονίκης,2 γίνεται, μεταξύ άλλων, μια ευρύτερη συντακτική ανάλυση του κέντρου της πόλης ως προς τους «ελκυστές δραστηριότητας», αποτυπώνοντας τη ζωή και τις ανάγκες των κατοίκων (εικόνα 2) και προτείνοντας μια σειρά γενικότερων αλλά και εντοπισμένων παρεμβάσεων. Στο τμήμα των παρεμβάσεων που αφορά συγκεκριμένα το χώρο της ΔΕΘ εξετάζονται εναλλακτικά σενάρια δράσεων, με μεταβαλλόμενη διαβάθμιση ως προς το είδος και την ένταση των χειρισμών, παρέχοντας μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα παλέτα πιθανών αστικών παρεμβάσεων για την κεντρική περιοχή του Δήμου Θεσσαλονίκης.

Εικ. 1. Γενική διάταξη των προτεινόμενων παρεμβάσεων στο χώρο της ΔΕΘ  (βλ. σημ. 1)
Εικ. 1. Γενική διάταξη των προτεινόμενων παρεμβάσεων στο χώρο της ΔΕΘ (βλ. σημ. 1)
Εικ. 2. Ανάλυση των ελκυστών δραστηριότητας στην περιοχή  του Δήμου Θεσσαλονίκης (βλ. σημ. 2)
Εικ. 2. Ανάλυση των ελκυστών δραστηριότητας στην περιοχή του Δήμου Θεσσαλονίκης (βλ. σημ. 2)

Αν κάτι φαίνεται να προκύπτει συμπερασματικά από τα παραπάνω, αυτό είναι ο πολύπλοκος και ευαίσθητος χαρακτήρας του ζητήματος της ΔΕΘ. Σύγχρονες οικογένειες προτάσεων για τον δημόσιο χώρο, ειδικότερα όταν αυτός αφορά την τάξη μεγέθους και την εμβέλεια του χώρου της ΔΕΘ, έχουν βαθμό επιτυχίας στο μέτρο που αποτυπώνουν και ενσωματώνουν ανάγκες κοινωνικές και λειτουργικές, οι οποίες αναδύονται από τη βάση των αστικών συστημάτων που περιβάλλουν (και στα οποία εντέλει ανήκουν), και δεν αποτελούν ρυθμιστικά πλαίσια που εφαρμόζονται εντός των ορίων υλοποίησης κεντρικών σχεδιαστικών επιλογών από πάνω προς τα κάτω (top-down).

Αυτό καθιστά παραγωγικές και ευέλικτες στην πιθανή εφαρμογή τους εκείνες τις προτάσεις οι οποίες ενσωματώνουν τη συνάρθρωση σημειακών, επιμέρους παρεμβάσεων, οι οποίες μπορούν να εξελιχθούν σταδιακά στο χώρο και το χρόνο, με συνεχείς ενσωματώσεις των δυναμικών, μεταβαλλόμενων αναγκών της πόλης. Αυτή η δυναμική διαχείριση μεταβαλλόμενης αστικής πληροφορίας καθιστά αναγκαία και την αλλαγή της μεθοδολογίας προσέγγισης τέτοιων προβλημάτων προς μια κατεύθυνση καινοτομίας. Σύγχρονα εργαλεία και μεθοδολογίες καταγραφής και σχεδιασμού είναι απαραίτητα και μπορούν να επιδράσουν καθοριστικά στην οργάνωση και τη διαχείριση της αναλυτικής αλλά και της συνθετικής διαδικασίας. Τέτοιες προηγμένες σχεδιαστικές πρακτικές μπορούν να εφαρμοστούν σε χωρικούς χειρισμούς για το χώρο της ΔΕΘ, τόσο σε πολεοδομικό όσο και αρχιτεκτονικό επίπεδο, και να επανεφεύρουν στην πράξη το διαχρονικό αίτημα καινοτομίας, στενά δεμένο με τη φύση και το χαρακτήρα της ΔΕΘ.

Σημειώσεις

1. Ερευνητικό έργο με τίτλο «Διερεύνηση δυνατοτήτων περιβαλλοντικού σχεδιασμού στο χώρο του Αγροκτήματος του ΑΠΘ και στο χώρο της ΔΕΘ για την εξυπηρέτηση του νέου εκθεσιακού κέντρου, εκπαιδευτικών και κοινωφελών χρήσεων ευρύτερου ενδιαφέροντος», με επιστημονικό υπεύθυνο τον κ. Ν. Καλογήρου και ομάδα μελέτης: Ν. Καλογήρου, Α. Πάκα, Σ. Σπαταλάς, Α. Τέλλιος, Α. Τζάκα.

2. Ερευνητικό πρόγραμμα με τίτλο «Χωρική ανάλυση και αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου Θεσσαλονίκης», με επιστημονικό υπεύθυνο τον κ. Α.Μ. Κωτσιόπουλο (Τμήμα Αρχιτεκτόνων, Πολυτεχνική Σχολή, ΑΠΘ), σε συνεργασία με το Δήμο Θεσσαλονίκης, και ερευνητική ομάδα: Α.Μ. Κωτσιόπουλος, Α. Παπαδοπούλου, Ά. Γοσποδίνη, Α. Τέλλιος.


Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην  Περιοδική έκδοση “αρχιτέκτονες”, τεύχος 06, Οκτώβριος 2013